Ενδοκρινικά νοσήματα
Οι γοναδοτροπίνες είναι ορμόνες που παράγονται στην υπόφυση (μικρός αδένας στη βάση του κρανίου) και ρυθμίζουν την ομαλή λειτουργία του γεννητικού συστήματος σε άνδρες και γυναίκες. Όταν έχουμε βλάβη της υπόφυσης από χειρουργικές επεμβάσεις, έμφρακτα, όγκους, ακτινοβολία, ή μολυσματικές ασθένειες αυτές οι ορμόνες σταματούν να παράγονται και έχουμε μια κατάσταση που ονομάζεται υπογοναδοτροφικός υπογοναδισμός. Τα σπάνια σύνδρομα Kallmann και Prader-Willi επίσης οδηγούν σε ανεπάρκεια γοναδοτροπινών και ορχική ανεπάρκεια, και χρειάζονται θεραπεία με τεστοστερόνη.
Σε περιπτώσεις υπερπαραγωγής ανδρογόνων (τεστοστερόνη) από περιοχές έξω από τον όρχι, γεγονός που διαταράσσει την ισορροπία του γεννητικού συστήματος, είναι πολύ συχνή η υπογονιμότητα. Τέτοια κατάσταση μπορεί επίσης να προκληθεί είτε από εξωγενή χορήγηση ουσιών, όπως τα αναβολικά στεροειδή που χρησιμοποιούνται από τους αθλητές, είτε λόγω κάποιου όγκου.
Η αντίστροφη κατάσταση με υπερπαραγωγή οιστρογόνων (γυναικείες ορμόνες) που μπορεί να οφείλεται σε όγκους, ηπατική δυσλειτουργία ή έκδηλη παχυσαρκία έχει και αυτή ως αποτέλεσμα την ανεπάρκεια των όρχεων. Οι ασθενείς αυτοί μπορεί να παρουσιάζουν στυτική δυσλειτουργία, γυναικομαστία και ατροφικούς όρχεις.
Άλλες καταστάσεις που συνδέονται με την ανδρική υπογονιμότητα είναι η υπερπρολακτιναιμία που μπορεί να προκληθεί από όγκο της υπόφυσης, φάρμακα, στρες ή ιδιοπαθείς αιτίες, ο υποθυρεοειδισμός, και η υπερπαραγωγή γλυκοκορτικοειδών, όπως στο σύνδρομο Cushing ή πολύ σπανιότερα σε εξωγενή χορήγηση. Σε αυτές τις περιπτώσεις μπορεί να παρατηρηθεί υποσπερματογένεση ή αναστολή ωρίμανσης των σπερματοζωαρίων.
Θεραπεία: Στην ενδοκρινικής αιτιολογίας υπογονιμότητα η υποκατάσταση των ορμονών και παραγόντων που λείπουν είναι η συνήθης πρακτική. Έτσι σε υπογοναδοτροπικό υπογοναδισμό λόγω υπερπρολακτιναιμίας, η γονιμότητα μπορεί να αποκατασταθεί με την διόρθωση της. Σε υπογοναδοτροπικό υπογοναδισμό λόγω άλλων αιτιών - λόγω υποθαλαμικών ή υποφυσιακών ασθενειών - μπορούν να χορηγηθούν γοναδοτροπίνες. Η αποκατάσταση του σπερμοδιαγράμματος εμφανίζεται τρεις - έξι μήνες ή περισσότερους, αφότου έχουν επιστρέψει οι συγκεντρώσεις προλακτίνης και τεστοστερόνης στο φυσιολογικό.